Βιογραφικό Καλλιτέχνη
Ο Δημοσθένης Κοκκινίδης (12 Οκτωβρίου 1929 – 4 Φεβρουαρίου 2020) ήταν Έλληνας ζωγράφος, γλύπτης, καθηγητής και πρώην πρύτανης (1979-1982) της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ) της Αθήνας.
Ο Κοκκινίδης γεννήθηκε στη Δραπετσώνα το 1929. Παιδί προσφύγων από τη Μικρά Ασία και την Ρωσία, πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια, καθώς ο πατέρας του, που εργαζόταν στο Ληξιαρχείο του Πειραιά, απολύθηκε από την δουλειά του, κατά την διάρκεια της δικτατορίας Ι. Μεταξά, για τις σοσιαλιστικές του ιδέες. Στην Κατοχή συνελήφθη από τους Γερμανούς και κατηγορήθηκε ως κομμουνιστής.
Ο Κοκκινίδης εγκατέλειψε τις σπουδές του στην Α.Σ.Ο.Ε.Ε. και πέρασε στην ΑΣΚΤ της Αθήνας, όπου φοίτησε από το 1952 έως το 1958, με καθηγητές τους Γιάννη Μόραλη και Σπύρο Παπαλουκά. Μελέτησε τη βυζαντινή και λαϊκή τέχνη και εργάστηκε στον νεοσύστατο τότε Οργανισμό Ελληνικής Χειροτεχνίας (1959-1961), ως υπεύθυνος του καλλιτεχνικού τμήματος. Συνέχισε τις σπουδές του στην Ιταλία επάνω στο ίδιο αντικείμενο και ασχολήθηκε ιδιαιτέρως με την αξιοποίηση της ελληνικής λαϊκής βιοτεχνίας και κεραμικής. Το 1972 έλαβε υποτροφία του Ιδρύματος Ford.
Κατά τη δεκαετία του ’60 ασχολήθηκε (παράλληλα με τη ζωγραφική) και με την εφαρμοσμένη τέχνη, για καθαρά βιοποριστικούς λόγους. Μαζί με την σύζυγό του, την εξίσου σημαντική ζωγράφο, Πέπη Σβορώνου (1934-2011), σχεδίαζε αντικείμενα για την εγχώρια και τη διεθνή αγορά.
Κατά τη διάρκεια της πολυετούς καριέρας του, παρουσίασε τη δουλειά του σε τριάντα περίπου ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και συμμετείχε στα Ευρωπάλια (Βέλγιο, 1982, στην ενότητα «Τέχνη και Δικτατορία») και σε αρκετές ομαδικές.
Έχει εκθέσει και έργα γλυπτικής, ενώ παλιότερα είχε ασχοληθεί με το σχεδιασμό ενδυμάτων και άλλες καλλιτεχνικές εφαρμογές. Η προσήλωσή του, όμως, στη ζωγραφική είναι αυτό που τον διαφοροποιεί από συνομήλικούς του καλλιτέχνες της “γενιάς του ’60”, των οποίων η τέχνη διαμορφώθηκε κυρίως εκτός Ελλάδος.
Λειτουργώντας πάντα ως κοινωνικός κριτικός, ο Κοκκινίδης υπήρξε ιδρυτικό μέλος της “Ομάδας Τέχνης A΄” (1961-1967) και της “Oμάδας για την Επικοινωνία και την Εκπαίδευση στην Τέχνη” (1976-1981).
Το 1976 εξελέγη τακτικός καθηγητής στην ΑΣΚΤ, όπου διετέλεσε πρύτανης και αντιπρύτανης (1979-1982) και δίδαξε έως το 1997.
Έχει δημοσιεύσει κείμενα για την τέχνη και, μετά το 1974, έχει αναπτύξει δραστηριότητες ως μέλος διοικητικών συμβουλείων πολλών οργανισμών (Ι.Κ.Υ., Δ.Ι.Κ.Α.Τ.Σ.Α., Εθνικό Θέατρο, ΜΙΕΤ, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού). Υπήρξε, επίσης, Πρόεδρος της κριτικής επιτροπής για τα έργα που κοσμούν τους σταθμούς του αθηναϊκού Μετρό.
Το 1989, οργανώθηκε αναδρομική του έκθεση από το Μακεδονικό Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη.
Το 2004 εκδόθηκε βιβλίο με κείμενά του για την τέχνη και το 2007 κυκλοφόρησε μονογραφία για το έργο του.
Το όνομά του βρέθηκε στην επικαιρότητα το 2015, όταν ο Αλέξης Τσίπρας αντικατέστησε το έργο του Θεόδωρου Βρυζάκη, «Η Ελλάς Ευγνωμονούσα», που κοσμούσε ως τότε το γραφείο του πρωθυπουργού στο Μέγαρο Μαξίμου, με το έργο του Κοκκινίδη, «Αντίθεση».
Ο Κοκκινίδης πέθανε το 2020, στο Γενικό Νοσοκομείο «Γ. Γεννηματάς» στην Αθήνα, σε ηλικία 91 ετών.
Στις πρώτες ατομικές του εκθέσεις (1961, «Κλειώ», Ύδρα και 1964, «Μέρλιν», Αθήνα) παρουσίασε μια ζωγραφική με αρκετά αφαιρετικά στοιχεία και θέματα εμπνευσμένα από τη ζωή στις λαϊκές συνοικίες και τα νησιά. Αμέσως μετά, στράφηκε προς μια σαφέστερα πολιτικοποιημένη θεματολογία, που αντανακλούσε το φορτισμένο κλίμα της εποχής. Τα έργα αυτής της περιόδου, μερικά από τα οποία εκτέθηκαν πολύ αργότερα, δεν διαθέτουν ρεαλιστική γραφή, αλλά βίαιες χρωματικές εντάσεις και έντονα εξπρεσιονιστικά στοιχεία.
Το έργο του, από τη δεκαετία του 1980 και ύστερα, παύει να έχει άμεσες αναφορές στην πολιτική και η ζωγραφική του Κοκκινίδη επικεντρώνεται σε προσωπικά βιώματα, με θέματα τη φύση και την ανθρώπινη επικοινωνία. Αργότερα επεκτείνεται προς τη διερεύνηση των διαχρονικών στοιχείων που συνδέουν το σήμερα με το μυθικό παρελθόν, με έργα εμπνευσμένα κυρίως από την ομηρική Οδύσσεια.